Θεϊκή εντολή και ανθρώπινη επιθυμία
Οι εντολές του Θεού είναι αυθεντικά καταγεγραμμένες στη Γραφή και ανεπτυγμένες στα λειτουργικά και πατερικά κείμενα. Όμως η άγνοια, η αδυναμία κατανόησης, η στρεβλή γνώση, η θρησκοληψία, τα αρνητικά εκκλησιαστικά πρότυπα, αποτελούν σοβαρά εμπόδια στη διάκριση και επίγνωση του θελήματος του Θεού.
Η επιθυμία αποτελεί φυσική δύναμη της ανθρώπινης φύσης, "ιδίωμα της φύσεως" (Ιωάννης της Κλίμακος), όπως και όλες οι φυσικές δυνάμεις (λογική, αγάπη, έρωτας, ζήλος, οργή, χαρά, υπερηφάνεια κ.ο.κ.). Η ικανότητα του ανθρώπου να επιθυμεί είναι μία "δύναμις αγαθοποιός" (άγιος Μάξιμος), η οποία προπτωτικά λειτουργούσε ως συνεχής κίνηση προς το αγαθό, τον Θεό, αλλά στη μεταπτωτική κατάσταση, εφθάρη, απώλεσε δηλαδή τον φυσικό προσανατολισμό της προς την αγαθότητα και τον Θεό. Έκτοτε, προέκυψε η ανάγκη διάκρισης της κάθε επιθυμίας ως καλής ή κακής. Η αποτίμηση της ποιότητας της επιθυμίας, στην περίπτωση των χριστιανών, γίνεται όχι με προσωπικά κριτήρια αλλά με κριτήριο τη θεϊκή εντολή.
Η εναρμόνιση της επιθυμίας με το θέλημα του Θεού απαιτεί μελέτη, νήψη και ορθή καθοδήγηση, προκειμένου να διακρίνει κανείς κάθε φορά τις εμπαθείς αποχρώσεις των επιθυμιών. Σε αυτή τη διαδικασία, ο χριστιανός έχει στη διάθεσή του έναν Κανόνα, έναν γνήσιο ζωντανό καθρέφτη το πρόσωπο του Χριστού. Ατενίζοντας στον Χριστό, μπορεί να αναγνωρίσει τι είναι αυτό που νοσταλγεί κάθε φορά περισσότερο από τη δική Του αγάπη και το δικό Του θέλημα.